Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2017

Ο ISAIAH THOMAS ΚΑΙ Η ΣΧΟΛΗ ΤΟΥ SEATTLE


Η πόλη του Seattle δείχνει να κρατά ζωντανά τα μπασκετικά οχυρά της. Περίκλειστη εντός συνθηκών σχετικής γεωγραφικής απομόνωσης, ικανής να συντηρεί μια ανεπαίσθητη επιβράδυνση στην αίσθηση του χρόνου, απορροφά ακόμα τους κραδασμούς της αποχώρησης των Sonics, περιμένοντας κι ελπίζοντας την επιστροφή της ομάδας ή τη με κάποιο τρόπο ανασύστασή της.


Αλλά όσο οποιαδήποτε σχετική συζήτηση ή πρωτοβουλία παραμένει σε στάδιο αμετάβλητα πρώιμο, η κεντρικότητα του αθλήματος μετατοπίζεται από τις τηλεοπτικές, αχανείς αρένες του ΝΒΑ στα συνοικιακά και πανεπιστημιακά γυμναστήρια της πόλης. Εκεί, μια ομάδα παικτών, καταγόμενοι ή στενά συνδεδεμένοι με το Seattle, έχουν καταφέρει τη διατήρηση της μπασκετικής κουλτούρας της πόλης, αν όχι την ενδυνάμωση και επέκταση της.

Το μπάσκετ έχει κινητοποιήσει ένα ιδιότυπο κοινωνικό μηχανισμό, συνασπίζοντας κάτι σαν τη δική του κοινότητα (συχνά το όλο σχήμα παρομοιάζεται με αδελφότητα), στην οποία υπάρχουν δύο κατηγορίες μελών: μέντορες και μαθητευόμενοι, όπου οι δεύτεροι σταδιακά έρχονται στη θέση των πρώτων όταν αυτοί αποσύρονται. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που σκοπό έχει, αφ’ενός, να διατηρήσει μια μπασκετική κουλτούρα εν τη απουσία των Sonics και, αφ’ετέρου, να παράγει πρότυπα και παραδείγματα, μαζί με τη βοήθεια για την προσέγγισή τους. Κύριες δράσεις είναι διάφορα καλοκαιρινά τουρνουά (κυρίως το Pro-Am Leuge, υπό την αιγίδα του Jamal Crawford) που εξασφαλίζουν μια αμεσότητα επαφής με την μπασκετική, grass-root βάση της περιοχής, και ένα άτυπο πρόγραμμα mentorship, που τρέχει θέλοντας να διασφαλίσει πως οι νεαροί παίκτες θα κατευθυνθούν είτε προς μία επαγγελματική είτε, κατ’ ελάχιστον, κολεγιακή καριέρα. Το ευρύτερο κοινωνικό δίκτυο αποτελείται από μπασκετμπολίστες κάθε βαθμίδας: κολεγιακό και λυκειακό, τοπικές λίγκες μικρότερου βεληνεκούς, Κίνα και Ευρώπη, ΝΒΑ. Οι τελευταίοι, φυσιολογικά, έχουν αναλάβει το ρόλο της ηγεσίας: ο Jamal Crawford είναι το πρόσωπο του εγχειρήματος, και κοντά του οι Nate Robinson, Jason Terry και Spencer Hawes, κάποτε κι ο Brandon Roy, υπό τη σκιώδη παρουσία του γηραιότερου Dοug Christie, και με συχνές εμφανίσεις από διάφορους θρύλους των Sonics.

Τι είδους παίκτη μπορεί να παράγει μια τέτοια διαδικασία; Αφήνοντας κατά μέρους την εκκεντρικότητα του Nate Robinson, τα κοινά σημεία των παραπάνω είναι εξόχως περιγραφικά: εργατικότητα κι επιμονή, έμφαση στη διατήρηση του σώματος, υψηλό επίπεδο αντίληψης, άρτια τεχνικά χαρακτηριστικά και fundamentals, δυνατός χαρακτήρας, πολλές clutch παραστάσεις. Το μείγμα προσωποποιείται κι ενισχύεται από τον θρύλο του B-Roy, το πανταχού παρών φάντασμα του Payton, την αύρα του Christie, την αρχηγική παρουσία του Crawford. Πιο πρόσφατο κι επιφανές, ίσως, μέλος της λίστας είναι ο Isaiah Thomas, κάποτε μαθητευόμενος και σήμερα μέντορας ο ίδιος, η επιτομή της σχολής του Seattle, αν τέτοια μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει.

***

Εξαιρουμένης της φετινής χρονιάς, η καριέρα του Thomas συνοψίζεται στον παρακάτω αφορισμό:

There was no shot he wouldn’t take and no defender he couldn’t shake, but not everyone agreed with his hellbent style.

Προορισμένος θαρρείς να γίνει ακόμη ένας μικροσκοπικός game-changer που θα 'ρχεται από τον πάγκο για να προσφέρει δαιμονισμένα σκορ, o Thomas δεν ήθελε ποτέ να αλλάζει το παιχνίδι -- ήθελε ο ίδιος να το ορίζει. Το βραβείου του καλύτερου έκτου παίκτη, αγαπημένος θεσμός του Crawford κοντά στο οποίο έφτασε και ο Thomas, δεν του ήταν αρκετό, κι ούτε του έφτανε να βρίσκεται στην πεντάδα που κλείνει τα παιχνίδια. Ήθελε να βλέπει τη λέξη starter γραμμένη δίπλα στ’ όνομά του --αυτό θα 'ταν το τελικό στάδιο μιας διαδικασίας αυτοεπιβεβαίωσης που ξεκίνησε από την 60η και τελευταία θέση του Draft, αν όχι πολύ νωρίτερα, πριν βρεθεί στις συζητήσεις για τον MVP.

Για κάθε παίκτη με το μέγεθος του Thomas η πορεία προς την καθιέρωση, στις λίγες περιπτώσεις που αυτή επιτυγχάνεται, είναι πάντα αναφορική. Οι Kings δεν τον εμπιστεύτηκαν ποτέ για βασικό PG. Στους Suns, όπου βρέθηκε ως ο τρίτος μοχλός στο σύντομο κι αποτυχημένο πείραμα με τους τρεις playmakers, ήταν δύσκολο ακόμα και να διεκδικήσει αυτόν τον ρόλο. Στους Celtics, παρότι οι δυο πλευρές κόλλησαν από την αρχή, ο Stevens προτιμούσε αρχικά να το φέρνει από τον πάγκο, προτιμώντας την ασφάλεια που προσέφεραν αμυντικά οι Smart-Bradley. Ο Thomas επέμενε: θέλω να παίζω βασικός, έλεγε. Δεν ζητούσε μόνο την αγωνιστική ελευθερία του να σκοράρει ή να δημιουργήσει, αλλά ήθελε να αναλάβει την ευρύτερη υποχρέωση του να ηγηθεί.

***

O Stevens τελικά έγνεψε καταφατικά στο αίτημα του παίκτη του κι ο Thomas, τουλάχιστον επιθετικά, κυριαρχεί. Φέτος έχει σχεδόν 30 πόντους μο, 6.3ast, 54.8% EFG, 33.9 Usage Rate και μόλις 2.6 λάθη. Σκοράρει 10.7 πόντους μο μόνο στην τέταρτη περίοδο. Οι 29 που έβαλε εναντίον του Miami, από τους συνολικά 52 σ’ εκείνο το παιχνίδι, είναι η δεύτερη πιο παραγωγική τέταρτη περίοδος που έχει υπάρξει, πίσω μόνο από τους 31 του Wilt Chamberlain (όταν έβαλε 100). Δημιουργεί σταδιακά τον δικό του μύθο στη Βοστώνη, κι ήδη άρχισε να βάζει τ’ όνομά του σε πολλά από τα βιβλία ιστορίας του οργανισμού. Είναι de facto στη συζήτηση για MVP, όσο κι αν η χρονιά των Westbrook και Harden αφήνει κενή μόνο την τιμητική τρίτη θέση της ψηφοφορίας. Η συζήτηση για τον superstar που χρειάζονται οι Celtics έχει παραμείνει για πολύ καιρό κολλημένη στο ίδιο τελματώδες σημείο: η ερώτηση πλέον δεν είναι αν θα βρουν αυτόν τον star που για χρόνια αναζητάνε, αλλά, σε μία λίγκα που κάθε υποψήφιος πρωταθλητής έχει τουλάχιστον δύο, ποιον θα βρουν να ταιριάξει δίπλα σ’ αυτόν που ήδη ανήκει στο δυναμικό της ομάδας, τον Isaih Thomas.

***

Όπως συμβαίνει με παίκτες ανάλογου μεγέθους, οι οποίοι για να αντισταθμίσουν την έλλειψη ύψους παρουσιάζονται συνήθως υπερτροφικά ανεπτυγμένοι στο τεχνικό κομμάτι του παιχνιδιού από μικρή ηλικία, ο Thomas αποτελούσε μπασκετικό αξιοθέατο ήδη από τα εφηβικά του χρόνια. Το 2006, στη junior χρονιά του, την οποία αργότερα θα επαναλάμβανε λόγω ελλιπούς ακαδημαϊκής επίδοσης, είχε μέσο όρο 31.2 πόντους. Στην τελική φάση του πολιτειακού πρωταθλήματος της Washington το νούμερο ανέβηκε στους 40.5 ανά παιχνίδι, ρεκόρ για τη διοργάνωση. Στον ημιτελικό εκείνου του τουρνουά, όπου το Curtis High School του Thomas ηττήθηκε από το Franklin, ο μικρόσωμος guard έβαλε 52, επίσης ρεκόρ, με 16/30 σουτ και 8/16 τρίποντα.

Η εμφάνιση του θύμισε σε όλη την ευρύτερη περιοχή τις επιδόσεις του Brandon Roy σε αντίστοιχη ηλικία, αλλά αυτός δεν ήταν ο μόνος τρόπος που ο Thomas παρέμενε συνδεδεμένος με τη βάση καταγωγής του. Εκείνο το βράδυ, κατά παράβαση του εσωτερικού κανονισμού του σχολείου του, φόρεσε ένα ζευγάρι κόκκινα παπούτσια, όπως διακρίνεται στην κεντρική φωτογραφία, τα οποία έλαβε ως παροχή από την ομάδα που αγωνίζονταν για την τοπική λίγκα του Seattle. Τα παπούτσια αυτά, ζευγαρωμένα ελαφρώς αντισυμβατικά με την μπλε στολή του, σήμερα μπορούν να συντάξουν μια παρομοίωση που υπερβαίνει τα όρια της τότε ηλικίας του: στην αντιδιαστολή των δύο χρωμάτων, μπλε και κόκκινο, και κυρίως στο χρωματικά αταίριαστο του συνδυασμού τους, κρύβονται δυο πτυχές που ο Thomas δείχνει να κουβαλά μαζί του από τότε μέχρι σήμερα: από τη μία, το μπλε της τυπικότητας και της εταιρικής αφοσίωσης, του ατσαλάκωτου κουστουμιού, του κόντρα ξυρίσματος και της υπακοής στην έξωθεν απαίτηση. Από την άλλη, το κόκκινο με την στερεοτυπική σημειολογία της αυθόρμητης απόρριψης όλων των παραπάνω. Και τα δυο μοιάζουν να διεκδικούν μια απολυτότητα στον τρόπο που ντύνουν το σώμα του, την οποία τελικώς κανένα δεν κερδίζει. Το πράσινο των Celtics πότε αποκτά τη σκιά του ενός και πότε του άλλου.

***

Όλο το παιχνίδι του Thomas βασίζεται στον τρόπο που κατανοεί το πως το μέγεθός του επηρεάζει και επηρεάζεται σε κάθε πιθανή αγωνιστική κατάσταση που μπορεί να προκύψει, και βέβαια στην ικανότητά του να προσαρμόζεται αναλόγως. Η ταχύτητά και η αθλητικότητά του, και κυρίως ο τρόπος που μπορεί να επιταχύνει και να επιβραδύνει, μαζί με τις απίστευτες γωνίες και τους μικροσκοπικούς χώρους εντός των οποίων το σώμα του μπορεί να κινείται, τον καθιστά πάντα απρόβλεπτο με την μπάλα στα χέρια. Το αγαπημένο του σημείο εκκίνησης είναι είτε στην κορυφή του τριπόντου είτε κοντά σε μία από τις δύο γωνίες των προσωπικών. Από εκεί έχει συνήθως τη δυνατότητα να κινηθεί προς αμφότερες τις πλευρές και είτε να τελειώσει κοντά στο καλάθι, δυναμικά ή μ’ ένα floater με μεγάλη καμπύλη, είτε να σταματήσει και να σουτάρει.

Όταν επιλέγει το πρώτο, συνήθως προτιμά να εμβολίζει τον αντίπαλο ψηλό που έρχεται σε βοήθεια, δηλαδή, να επιδιώκει την επαφή πέφτοντας υπολογισμένα πάνω του, βγάζοντας τον εκτός θέσης και ισορροπίας, και απαγορεύοντας του να κυνηγήσει την τάπα. Η συχνότητα που πάει προς το καλάθι είναι απίστευτη, όχι μόνο για παίκτη του ύψους του, αλλά για οποιονδήποτε guard.



Ο μηχανισμός του στο σουτ είναι εξίσου εντυπωσιακός. Αντίθετα με τη σύγχρονη τάση που απαιτεί ο παίκτης να σουτάρει σε μια ενιαία κίνηση, μειώνοντας έτσι στο ελάχιστο το χρόνο που απαιτείται για να απελευθερώσει την μπάλα, με κύριο παράδειγμα τον Steph Curry, ο Τhomas κάνει δύο διάκριτες κινήσεις. Πρώτα σηκώνεται για το άλμα, με μια κίνηση περισσότερο τεχνική παρά δυναμική, ενεργοποιώντας ταυτόχρονα κάθε μηχανισμό κίνησης σε φτέρνες, γόνατα και γοφούς, κι έπειτα, μερικά εκατοστά του δευτερολέπτου προτού βρεθεί στο ψηλότερο σημείο του άλματός του, απελευθερώνει την μπάλα, αφού έχει κερδίσει το ύψος και την ορμή που χρειάζεται. Όταν σηκώνεται πίσω από το τρίποντο αφήνει το σώμα του να γείρει ελαφρώς προς τα μπροστά, κερδίζοντας λίγη επιπλέον δύναμη στο σουτ. Όταν σηκώνεται από μέση απόσταση, προσγειώνεται ακριβώς στο ίδιο σημείο. Ο απόλυτος τρόπος που ελέγχει το σώμα του, είτε εν στάση είτε εν κινήσει, κι η ικανότητα του στο να απορροφά και να αδρανοποιεί κάθε αμυντική επαφή, τον καθιστούν επικίνδυνο από κάθε σημείο του γηπέδου.

***

O Thomas βρέθηκε στην ιδανική γι’ αυτόν ομάδα στο κατάλληλο timing. Όσο ολόκληρος ο οργανισμός των Celtics αμφιταλαντεύεται για το πως και αν θα διαθέσουν τα διάφορα assets που έχουν συσσωρεύσει, παίκτες και picks, ο Thomas ανέβασε την ομάδα στο επίπεδου του δυνητικού διεκδικητή της Ανατολής δίχως ο Ainge να χρειαστεί να θυσιάσει κανένα από τα εντυπωσιακά χαρτιά που ακόμα έχει στα χέρια του --ένα pick πρώτου γύρου κι ο Marcus Thornton είναι μια τιμή στην οποία κανείς σπάνια παίρνει υποψήφιο MVP.

***

Και για να κατανοήσει το mindset του Thomas, μαζί με το βαθμό ετοιμότητας που πάντα επιδεικνύει, τη σοβαρότητα και τη συγκέντρωση του, την ψυχολογία του διψασμένου underdog και τη στοχοπροσήλωση, την αυτοπεποίθηση, το trash talking, και το παράδειγμα που θέτει για ολόκληρο τον οργανισμό κανείς οφείλει να κοιτάξει και πάλι πίσω στις ρίζες του. Ένα παράδειγμα από τον τρόπο που λειτουργεί η σχολή του Seattle, όπου σημασία δεν έχουν τα ονόματα αλλά το δίκτυο που αναπτύσσεται μεταξύ των παικτών, εντός του οποίου μεγάλωσε κι ανδρώθηκε μπασκετικά ο Thomas, μάλλον αρκεί:

Όταν ο Nate Robinson ήταν ο σταρ στο Rainier Beach, ο Terry του έδωσε μια μπάλα απ’ αυτές που χρησιμοποιούν στο ΝΒΑ και συνέχισε να τον ενθαρρύνει. Μόλις ο Robinson επιλέχτηκε στο draft του 2005, ο Terry του αγόρασε πέντε καινούρια κοστούμια. Έπειτα, ο ίδιος ο Robinson (μαζί με τον Crawford, ο οποίος έπαιζε επίσης εκείνη την περίοδο στους Knicks) προσέφεραν στον Isaiah Thomas ένα σπίτι μακρυά από το πατρικό του, όσο ο Thomas φοιτούσε σ’ ένα λύκειο του Connecticut, από το 2006 μέχρι το 2008. Ο Robinson, ακόμη, παρακολουθούσε όσα παιχνίδια του Louisville διεξάγονταν στο Madison Square Garden και συνήθιζε να μιλά στον Terrence Williams. Ο Williams, με τη σειρά του, προτρέπει διαρκώς τον Venoy Overton να προπονείται συχνότερα. “Όποτε με βλέπει, με ρωτά, "Πότε ήταν η τελευταία φορά που προπονήθηκες;”, λέει ο Overton. “Αν πω, ‘Χθες’, μου απαντά, ‘Γιατί όχι σήμερα το πρωί;”


Τo some extent, Seattle remains a frontier metropolis, a place where people can experiment with their lives, and change and grow and make things happen. -Tom Robbins, novelist



Δεν υπάρχουν σχόλια: